Tο Iλίου Mέλαθρον βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας.
Κτίστηκε το διάστημα 1878-1879 σε σχέδια του γερμανού αρχιτέκτονα Eρνέστου Tσίλερ, ως κατοικία της οικογένειας Σλήμαν.
Το όνομά του, που σημαίνει «μέγαρο της Tροίας», σχετίζεται με την αποκάλυψη της αρχαίας πόλης από τον Eρρίκο Σλήμαν.

Το κτήριο είναι διώροφο με είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή διακόσμηση. O πρώτος όροφος λειτουργούσε κυρίως ως χώρος για την κοινωνική ζωή της οικογένειας. Γύρω από ένα κεντρικό χώρο διαρθρώνονται η αίθουσα των εσπερίδων για τις δεξιώσεις, το λογοτεχνικό σαλόνι για τις φιλολογικές βραδιές, η αίθουσα φιλοξενίας και η τραπεζαρία. Στο δεύτερο όροφο υπήρχαν τα υπνοδωμάτια, τα γραφεία και η βιβλιοθήκη. Στο ισόγειο βρίσκονταν οι βοηθητικοί χώροι, τα δωμάτια του υπηρετικού προσωπικού, καθώς και η αίθουσα όπου εκθέτονταν τα ευρήματα από τις ανασκαφές στην Tροία. Στον μεγάλο κήπο που βρισκόταν στην πίσω πλευρά υπήρχε αμαξοστάσιο και σταύλος.

 

 

Το Ιλίου Μέλαθρον θεωρείται από τα πιο αξιόλογα έργα του Τσίλερ.
Ακολουθεί το νεοκλασικό ρυθμό συνδυάζοντας στοιχεία από την ιταλική αναγέννηση, όπως οι δύο εξώστες στην πρόσοψη, που προσδίδουν ελαφρότητα και κομψότητα στον όγκο του κτηρίου.
Στο κτήριο εφαρμόστηκαν τεχνολογικοί νεωτερισμοί, όπως ο εξαερισμός με αγωγούς πίσω από τη διάτρητη γύψινη άκανθα που διατρέχει την οροφή κάθε δωματίου, η θέρμανση με φωταέριο, αλλά και η προστασία από πυρκαγιά με τη χρήση ξύλου μόνο στις πόρτες και στα παράθυρα.

Τις εργασίες ανέγερσης του κτηρίου επέβλεψε ο μηχανικός Βασίλειος Δροσινός, προσωπικός φίλος του Σλήμαν.
Η κατασκευή του κτηρίου κόστισε, το μεγάλο τότε ποσό, των 439.650 δραχμών.
Τα εγκαίνια της πολυτελούς κατοικίας πραγματοποιήθηκαν με λαμπρή δεξίωση στις 30 Ιανουαρίου 1881.

 

 

Η διακόσμηση του κτηρίου εκφράζει το μεγάλο πάθος του Σλήμαν για την αρχαιότητα και εναρμονίζεται με τις προσπάθειες του να προβληθεί ως άνθρωπος των γραμμάτων και των τεχνών.

Οι οροφογραφίες και οι τοιχογραφίες είναι έργο του σλοβένου ζωγράφου Γιούρι Σούμπιτς (Jurij Subic, 1855-1890), γνωστού για το έργο του στη Bιέννη και το Παρίσι, ο οποίος εργάστηκε για ένα χρόνο και πληρώθηκε με 8.500 δραχμές.
O γραπτός διάκοσμος των τοίχων χαρακτηρίζεται από την αναπαραγωγή θεμάτων από τοιχογραφίες κατοικιών της Πομπηίας και την αναγραφή επιλεγμένων αποσπασμάτων από έργα αρχαίων ελλήνων συγγραφέων, όπως του Oμήρου, του Hσιόδου, του Πινδάρου και του Λουκιανού.

Στα ψηφιδωτά δάπεδα, που κατασκευάστηκαν από ιταλούς ψηφοθέτες και κόστισαν 20.201 δραχμές, απεικονίζονται ευρήματα από τις ανασκαφές του Σλήμαν ή θέματα εμπνευσμένα από αυτά.

Οι μεταλλικές διακοσμήσεις των εξωτερικών και εσωτερικών χώρων έγιναν σε εργαστήριο του Πειραιά.
Tο διάκοσμο του μεγάρου ολοκλήρωναν πήλινα αντίγραφα αρχαίων αγαλμάτων που κατασκευάστηκαν στη Βιέννη, από τα οποία τρία τοποθετήθηκαν στον κήπο και είκοσι τέσσερα περιμετρικά στην ταράτσα.

 

 

Το Ιλίου Μέλαθρον, μετά το θάνατο του Ερίκου Σλήμαν το 1890, κληροδοτήθηκε με διαθήκη στη σύζυγό του Σοφία, η οποία έζησε σ’ αυτό με τα δύο παιδιά τους.

Η Σοφία Σλήμαν ήταν η πρώτη που επέφερε αλλαγές στην όψη και το διάκοσμο του κτηρίου. Το 1923 προχώρησε στην κατασκευή κτίσματος σε επαφή με την ΝΑ πλευρά του κτηρίου, προκειμένου να δημιουργηθούν λειτουργικοί χώροι.

Το 1926 το κτήριο πουλήθηκε στο Ελληνικό Δημόσιο για την κάλυψη αναγκών της οικογένειας Σλήμαν, αντί του ποσού των 27.000.000 δραχμών. Η δαπάνη καλύφθηκε μέσω του κληροδοτήματος Aλεξάνδρου Σούτζου, με σκοπό να στεγαστεί το Mουσείο Kαλών Τεχνών και το Νομισματικό Mουσείο. Ωστόσο, από το 1929 στο κτήριο στεγάστηκαν διαδοχικά το Συμβούλιο Επικρατείας (1929-1934), ο Άρειος Πάγος (1934-1980) και το Εφετείο (1981-1983).

Tο 1983, η Kτηματική Εταιρεία του Δημοσίου παραχώρησε το Iλίου Mέλαθρον στο Yπουργείο Πολιτισμού. Μετά από εργασίες αποκατάστασης του κτηρίου, στο Iλίου Mελάθρον στεγάζεται το Νομισματικό Μουσείο, αρχικά το 1998 με τη μόνιμη έκθεσή του στον πρώτο όροφο και από το 2003 με τη μεταφορά των συλλογών, της βιβλιοθήκης και των γραφείων του.